φθάσῃ

φθάσῃ
φθά̱σῃ , φθάνω
come
aor part act fem dat sg (attic epic ionic)
φθάνω
come
aor subj mid 2nd sg
φθάνω
come
aor subj act 3rd sg
φθάνω
come
fut ind mid 2nd sg
φθάζω
aor subj mid 2nd sg
φθάζω
aor subj act 3rd sg
φθάζω
fut ind mid 2nd sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • φθάσηι — φθά̱σῃ , φθάνω come aor part act fem dat sg (attic epic ionic) φθάσῃ , φθάνω come aor subj mid 2nd sg φθάσῃ , φθάνω come aor subj act 3rd sg φθάσῃ , φθάνω come fut ind mid 2nd sg φθάσῃ , φθάζω aor subj mid 2nd sg φθάσῃ , φθάζω aor subj act 3rd sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • φθάνω — ΝΜΑ, και φτάνω Ν, και φθάζω ΜΑ 1. (για πρόσ. και πράγμ.) καταλήγω εκεί όπου κατευθύνομαι, έρχομαι κάπου (α. «τί ώρα θα φτάσουμε στο νησί;» β. «μέχρι εδώ φτάνει η μυρουδιά τών λουλουδιών» γ. «φθάσε σήμερον γοργὸν νὰ πᾷς στὸν μύλον», Πρόδρ. δ.… …   Dictionary of Greek

  • φθατέω — Α (κατά τον Ησύχ.) «φθάνω». [ΕΤΥΜΟΛ. Το ρ. φθατέω, που απαντά στον τ. που παραδίδει ο Ησύχ. φθατήσῃ φθάσῃ και στη σύνθ. μτχ. κατα φθατουμένη καθώς και οι τ. ψατᾶσθαι προκαταλαμβάνειν και ψατῆσαι προειπεῖν (για την εναλλαγή στο αρκτικό φθ/ψ βλ. λ …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”